Παρόλο που όλοι τείνουμε να πιστεύουμε πως ο άνθρωπος είναι ένα πρωτίστως λογικό ον, θα εκπλαγεί κανείς ερχόμενος αντιμέτωπος με τη διαπίστωση ότι ο άνθρωπος είναι ένα πρωτίστως συναισθηματικό ον!
Οτιδήποτε κάνουμε, σκεπτόμαστε, λέμε, υποθέτουμε, ονειρευόμαστε, εκλογικεύουμε, προσδοκούμε είναι αποτέλεσμα των συναισθημάτων μας. Αυτά μας διατρέχουν, μας ορίζουν, μας νοηματοδοτούν. Σε όλη μας τη ζωή αναζητούμε να καλύψουμε συναισθηματικές μας ανάγκες. Κι όταν αυτές δεν καλύπτονται, καταβαλλόμαστε από το αίσθημα της ματαίωσης. Είναι κάποια αναλαμπή μέσα σε τούτη τη ματαίωση που μας κάνει να ζητούμε βοήθεια…. Από τον διπλανό μας, από τον εαυτό μας, από το «κράτημα» μιας αυθεντικής ανθρώπινης σχέσης. Αυτή ακριβώς τη σχέση έρχεται να προσφέρει η ψυχοθεραπεία.
Στην ατομική ψυχοθεραπεία ο εν δυνάμει θεραπευόμενος συνήθως καταφθάνει για να αναζητήσει βοήθεια σχετικά με ένα ή περισσότερα αιτήματα που αφορούν, συνήθως, σε κάποιο σύμπτωμα ή συναισθηματική δυσκολία. Ωστόσο, όποιο και να είναι το πρόβλημα ή η δυσκολία, κάθε φορά παρουσιάζεται για να δηλώσει κάτι. Πρόκειται για σήματα που δίνει ο ψυχισμός μας για να μας προειδοποιήσει ότι χρειάζεται να τον προσέξουμε και να τον αγαπήσουμε περισσότερο. Για να συμβεί όμως αυτό, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να κατανοήσουμε τι μας συμβαίνει, να προβούμε σε βαθιά ενδοσκόπηση, να εντοπίσουμε και να ανασύρουμε από το ασυνείδητο όλες εκείνες τις πληγές που μας πονούν μέσα από τα συμπτώματά μας. Κι έπειτα, να τις επουλώσουμε.
Ωστόσο, όταν πρόκειται να έρθουμε αντιμέτωποι με κάτι οδυνηρό, οι περισσότεροι λειτουργούμε με φόβο ή άρνηση ως προς την αντιμετώπισή του. Ο ρόλος της ψυχοθεραπείας είναι να εναντιωθεί απέναντι σε αυτές τις άμυνες, να διώξει τον φόβο, να καταρρίψει την άρνηση και να επεξεργαστεί τις δυσκολίες που αναστατώνουν την ψυχική ισορροπία !
Όταν μιλούμε, λοιπόν, για ψυχοθεραπεία αναφερόμαστε σε μία διεργασία επούλωσης, η οποία βρίσκει έδαφος να εκφραστεί στον κοινό χώρο που δημιουργείται από τη σχέση μεταξύ του θεραπευτή και του θεραπευόμενου. Η αποδοχή, η απουσία της επίκρισης, η ενσυναίσθηση και η κατανοητική εμπάθεια αποτελούν κάποια από τα βασικά συστατικά αυτής της σχέσης, τα οποία προσωπικά, ως θεραπεύτρια, φροντίζω να ακολουθώ πιστά στο πλαίσιο της παρέμβασής μου.
Στόχος μου είναι να εντοπίσουμε με τον θεραπευόμενο τα δυσλειτουργικά σχήματα των σχέσεων και των συμπεριφορών που αναπτύσσει, να τα επεξεργαστούμε και να τα αλλάξουμε. Βασικό εργαλείο για την επίτευξη αυτού του στόχου είναι ο ελεύθερος συνειρμός, δηλαδή το ελεύθερο μοίρασμα των σκέψεων του ατόμου, ακριβώς όπως του έρχονται στο μυαλό.
Πολλοί μπορεί να αναρωτιούνται: «Είναι σημαντικό αυτό που θα πω; Μήπως πω κάτι που είναι άσχετο;» Σε απάντηση τέτοιων ή παρεμφερών αποριών, με πάσα ειλικρίνεια έχω να πω, πως στο πλαίσιο της θεραπείας τίποτα δεν αντιμετωπίζεται ως λιγότερο σημαντικό από κάτι άλλο. Αντίθετα, σημαντικό είναι ό, τι το άτομο βιώνει ως σημαντικό, για αυτό και σε κάθε περίπτωση μπορούμε να αφιερώσουμε όσο χρόνο χρειάζεται ώστε να το καταλάβουμε.
Οι ατομικές συνεδρίες διαρκούν 45 λεπτά και προγραμματίζονται με συχνότητα μία φορά την εβδομάδα σε σταθερή μέρα και ώρα. Η κλινική εμπειρία αλλά και η βιβλιογραφία μαρτυρούν ότι τα άτομα που αναζητούν θεραπεία έχουν κατακτήσει υψηλότερο επίπεδο συναισθηματικής ωρίμανσης και έχουν κάνει ένα μεγάλο βήμα στην αντιμετώπιση των δυσκολιών τους σε σχέση με εκείνους που αρνούνται το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν ή την παροχή βοήθειας σε σχέση με αυτό. Η ψυχοθεραπεία, λοιπόν, δεν είναι μία διαδικασία που απευθύνεται στους «ασθενείς» -με την ετοιμολογική έννοια του ώρα- αλλά στους «δυνατούς» σε εκείνους που αντέχουν τον δρόμο της αυτογνωσίας και είναι έτοιμοι να τον περπατήσουν.